-
1 ἀ-μιτρο-χίτων
ἀ-μιτρο-χίτων, Hom. einmal, Iliad. 16, 419 von den Lyciern. Σαρπηδὼν δ' ὡς οὖν ἴδ' ἀμιτροχίτωνας ἑταίρους δαμέντας, welche Röcke ohne Mitra hatten; vgl. μίτρα; unter χιτών ist hier aber der Panzer zu verstehen, wie in χαλκοχίτων, vgl. χιτῶνα χάλκεον Iliad. 13, 439.
См. также в других словарях:
χιτώνας — Εσωτερικό ένδυμα που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Έλληνες και οι Ρωμαίοι. Στους μινωικούς λαούς, ο χ. ήταν είδος περισκελίδας, από τη μέση μέχρι τα πόδια, και στους μυκηναϊκούς κοντό πουκάμισο χωρίς μανίκια, που έφτανε μέχρι τους αστραγάλους. Τον… … Dictionary of Greek